Με τις παραδόσεις των συμπύρηνων ροδάκινων να βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, οι πρώτες τιμές που δίνουν οι μεταποιητικές βιομηχανίες στους παραγωγούς κυμαίνονται φέτος μεταξύ 0,35 και 0,37 ευρώ ανά κιλό. Αν και αυτή η τιμή βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με την περσινή χρονιά – όταν η αποζημίωση κινήθηκε περίπου μεταξύ 0,35 και 0,38 ευρώ/κιλό – δεν λείπουν οι ανησυχίες από την πλευρά των καλλιεργητών.
Σύμφωνα με ανεπίσημες πληροφορίες, υπάρχουν περιπτώσεις όπου εργοστάσιο παρέλαβε ροδάκινα σε τιμή που έφτασε τα 0,28 ευρώ/κιλό, μια απόκλιση που θεωρείται σημαντική και ανησυχητική από τους παραγωγούς. Η φετινή διακύμανση των τιμών – από 28 έως 37 λεπτά το κιλό – είναι η μεγαλύτερη των τελευταίων ετών και προκαλεί εύλογη αναστάτωση, καθώς σε πολλές περιπτώσεις το κόστος παραγωγής δεν καλύπτεται.
Ιδιαίτερη διαφοροποίηση παρατηρείται ανάλογα με την ποιότητα και τη χρήση των ροδάκινων. Τα λεγόμενα «υπερόψιμα», δηλαδή τα φρούτα άριστης ποιότητας που προορίζονται για την παρασκευή κομπόστας, εξασφαλίζουν τις υψηλότερες τιμές, φτάνοντας τα 0,36 ευρώ/κιλό. Αντιθέτως, οι ποικιλίες που προορίζονται για χυμό, ειδικά εκείνες που συλλέγονται από τα κλαδιά, αποτιμώνται χαμηλότερα – φέτος κυμαίνονται μεταξύ 0,20 και 0,22 ευρώ/κιλό, όταν πέρσι η τιμή τους άγγιζε τα 0,24 ευρώ. Ακόμα χαμηλότερες είναι οι τιμές για τα συμπύρηνα ροδάκινα διαλογής, που επίσης προορίζονται για χυμοποίηση, με τιμή που κυμαίνεται γύρω στα 0,15 με 0,16 ευρώ/κιλό.
Η αντίδραση των αγροτών είναι έντονη, καθώς οι περισσότεροι υποστηρίζουν ότι οι φετινές τιμές όχι μόνο δεν ενισχύουν το εισόδημά τους, αλλά δεν καλύπτουν ούτε τα βασικά έξοδα καλλιέργειας και συγκομιδής. Πολλοί θεωρούν ότι οι αποκλίσεις στις τιμές δημιουργούν αβεβαιότητα και εντείνουν το αίσθημα ανασφάλειας στον κλάδο της δενδροκαλλιέργειας.
Παρότι η επίσημη τιμή για τα περισσότερα εργοστάσια φαίνεται να κυμαίνεται στα 35–37 λεπτά το κιλό, η έλλειψη σταθερότητας και η ύπαρξη παραλαβών σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα γεννούν ερωτήματα για το μέλλον της παραγωγής και της μεταποίησης ροδάκινου στη χώρα.