“Γράφει ο Στέλιος Δρίτσας, Γεωπόνος, Μεταπτυχιακός φοιτητής Περιβαλλοντικής Πολιτικής και Κλιματικών Σπουδών στο Wageningen University & Research,
Μια ματιά σε συγκεκριμένες καλλιέργειες και την πιθανή εξέλιξη των αποδόσεων τους έως το 2050
Πριν περίπου 20 μέρες στη Γλασκόβη έληξε η ετήσια συνάντηση για το κλίμα υπό την αιγίδα του ΟΗΕ(COP 26). Μπορούμε να αναλωθούμε σε ένα μεγάλο εύρος επιχειρημάτων σε τι πέτυχε και σε τι απέτυχε αλλά αυτό δεν είναι ο σκοπός του παρόντος άρθρου. Το COP 26 αναφέρεται γιατί για πρώτη φορά όλες οι παρούσες χώρες συμφώνησαν στον ανθρωπογενή χαρακτήρα της αδιαμφισβήτητης πλέον, κλιματικής κρίσης που τις επιπτώσεις της ήδη βλέπουμε σε όλο τον πλανήτη αλλά και στη χώρα μας.
Ακόμα περισσότερο κατά τη διάρκεια της ίδια συνόδου παρουσιάστηκε η ετήσια αναφορά του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού που περιγράφει το καλοκαίρι του 2021 σαν το χειρότερο καλοκαίρι της ιστορίας όσον αφορά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Τι εννοούμαι όμως, όταν μιλάμε για επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ;
Το διακυβερνητικό πάνελ για την κλιματική αλλαγή στην τελευταία του έκθεση τον περασμένο Αύγουστο, αυτή που έγινε διάσημη σαν κόκκινος συναγερμός για την ανθρωπότητα, περιγράφει μια σειρά επιστημονικών μελετών που καταδεικνύουν περισσότερες ξηρασίες, περισσότερες πλημμύρες, ερημοποίηση, μη αναστρέψιμη άνοδο της στάθμης της θάλασσας, πλήρες «άσπρισμα» των κοραλλιογενών υφάλων και πολλά άλλα. Βέβαια δεν σημαίνει πως όλα αυτά θα συμβούν παντού ανά την υφήλιο ταυτόχρονα, η με την ίδια ένταση ή θα πλήξουν τους ιδίους τομείς.
Σε αυτό το άρθρο θα εστιάσουμε στις προβλέψεις για τον αγροτοδιατροφικό τομέα και σε συγκεκριμένες καλλιέργειες στην Ελλάδα και θα προσπαθήσουμε σε επόμενα να καταδείξουμε πιθανές λύσεις για την μείωση του ρίσκου αυτών των επιπτώσεων αλλά και την αναγκαίά πλέον προσαρμογή σε αυτές.
Η βασική πηγή πληροφοριών για την ανάλυση μας είναι η περυσινή μελέτη «Analysis of climate change impacts on EU Agricultural by 2050»* που είναι μέρος του PESETA IV. Δηλαδή του υπό την αιγίδα της Commission βασικού ευρωπαϊκού διεπιστημονικού project για την ανάλυση των κοινωνικό-οικονομικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, που πρώτο-συστάθηκε αμέσως μετα την κοινοτική οδηγία για την κλιματική προσαρμογή του 2013.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι ένα τεράστιο ερευνητικό έργο ανά τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και ινστιτούτα περιστρέφεται γύρω από την κλιματική αλλαγή και τα δεδομένα, οι μελέτες και οι προτάσεις είναι υπερβολικά πολλές, πλούσιες και πρωτότυπές πολλές φορές. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι καταφέρνουν να βρεθούν στις επίσημες πολιτικές, ούτε καν τις περισσότερες φορές στις επίσημες τοποθετήσεις κυβερνήσεων αλλά ίσως ούτε καν δεν μπορούν να βρουν το δρόμο τους στα μεγάλα ΜΜΕ. Βέβαια αυτό είναι ένα ζήτημα που θα μας απασχολήσει περισσότερο σε επόμενο άρθρο.
Τι όμως μαθαίνουμε από το PESETA IV ;
Η παραπάνω μελέτη με λίγα λόγια χρησιμοποιεί την εξής μέθοδο. Αναλύει μια σειρά από κλιματικά μοντέλα, υπολογίζει το πιθανό εύρος των κλιματικών δεικτών και στη συνέχεια στήνει διάφορα σενάρια για τα επόμενα 30 χρόνια πάνω σε αυτούς τους δείκτες. Για παράδειγμα ένα σενάριο μπορεί να είναι η μείωση της ικανότητας των μεσογειακών χωρών για άρδευση λόγω οικονομικών δυσκολίων και η παράλληλη αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 2 oC σε σχέση με τo 1900. Πάνω λοιπόν, σε μια αντίστοιχη σειρά εκατοντάδων τέτοιων σεναρίων στη συνέχεια δημιουργούνται προσομοιώσεις που δίνουν τα τελικά αποτελέσματα και φωτίζουν μια σειρά από πιθανές επιπτώσεις.
Αρχικά ένα από τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης λοιπόν, είναι η μείωση των αποδόσεων σε μια σειρά προϊόντων. Πιο συγκεκριμένα υπολογίζεται μια μείωση των αποδόσεων στο καλαμπόκι από 4% έως 22% για τη Νότια Ευρώπη.
Αυτό όμως υπό την προϋπόθεση ότι τα παρόντα συστήματα άρδευσης θα παραμείνουν το ίδιο αποτελεσματικά αλλιώς μπορεί η μείωση των αποδόσεων να φτάσει έως και το 80% στη Βουλγαρία και την Ελλάδα.
Για το σιτάρι τα πράγματα δείχνουν ακόμα χειρότερα αφού σχεδόν όλα τα κλιματικά μοντέλα της έρευνας δείχνουν έως και 49% μειώσεις των αποδόσεων στη Νότια Ευρώπη. Αυτό κυρίως συμβαίνει γιατί σε αντίθεση με το καλαμπόκι οι περισσότερες καλλιέργειες σιτηρών στη νότια Ευρώπη δεν διαθέτουν αειφόρα αρδευτικά συστήματα. Πιο συγκεκριμένα για την Ελλάδα στις περισσότερες περιοχές της χώρα υπάρχει μια μείωση των αποδόσεων από 10 έως 20% με εξαίρεση τη Θράκη όπου υπολογίζεται μείωση αποδόσεων έως και 30% και την Κρήτη που θα καταστεί αδύνατη η καλλιέργεια έως το 2050.
Το ίδιο ισχύει και για της αποδόσεις του ρυζιού στη Νότια Ευρώπη αν και σε μικρότερη κλίμακα μιας και υπολογίζεται μια μείωση μάξιμουμ στο 20%.
Από την άλλη όμως στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής υπάρχουν και λιγότερες προφανώς καλλιέργειες που μπορούν να επωφεληθούν από την αύξηση της θερμοκρασίας και να γίνουν ακόμα πιο αποδοτικές. Λογικά σκεπτόμενοι μπορούμε να κατανοήσουμε ότι τέτοιες καλλιέργειες συνήθως είναι καλλιέργειες από διαφορετικές κλιματικές ζώνες που πλέον είναι ανθεκτικές στις νέες συνθήκες.
Εντυπωσιακά παραδείγματα σε αυτό το φαινόμενο ήταν η κανονική παραγωγή καφέ στη Σικελία της Ιταλίας το φετινό καλοκαίρι ή η εδώ και πέντε χρόνια συνεχώς αυξανόμενη και σε ποσότητα και ποιότητα ολλανδική οινοποιία.
Ένα τέτοιο παράδειγμα που εξετάζεται στη μελέτη τους PESETA IV είναι η σόγια όπου μπορεί να γίνουμε μάρτυρες μιας αύξησης της απόδοσης της έως και 25% στο μέσο όρο της Ευρώπης και πιο συγκεκριμένα λίγο λιγότερο(23%) στο μέσο όρο της Νότιας Ευρώπης. Η συγκεκριμένη έρευνα πρακτικά καταλήγει πως οι επιπτώσεις της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής σε ενδιάμεσο και μακροχρόνιο επίπεδο θα είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες για τον παγκόσμιο αγροτοδιατροφικό τομέα και πιο συγκεκριμένα για την Ευρώπη.
Τελικώς, σκοπός αυτού του πρώτου άρθρου της σειράς για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον ελληνικό αγροτοδιατροφικό τομέα ήταν μια πρώτη ματιά σε μια σειρά καλλιεργειών που θα επηρεαστούν.
Στη συνέχεια θα μιλήσουμε για πιο μακροχρόνιες επιπτώσεις σε πιο κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο και μάλιστα από επιπτώσεις που δεν είναι άμεσα σχετιζόμενες με συγκεκριμένες παραγωγές, όπως η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και η υποβάθμιση των εδαφών λόγω των δασικών πυρκαγιών.
Τέλος σημαντικό κομμάτι αυτής της σειράς θα είναι και η συζήτηση για την μετρίαση των επιπτώσεων, την προσαρμογή σε αυτές και την ανθεκτικότητα των τοπικών κοινωνιών στην κλιματική κρίση.
*Hristov, J., Toreti, A., Pérez Domínguez, I., Dentener, F., Fellmann, T., Elleby C., Ceglar, A., Fumagalli, D., Niemeyer, S., Cerrani, I., Panarello, L., Bratu, M., Analysis of climate change impacts on EU agriculture by 2050, EUR 30078 EN, Publications Office of the European Union, Luxembourg, 2020, ISBN 978-92-76-10617-3, doi:10.2760/121115, JRC119632